ἀποτορνεύω

ἀποτορνεύω
ἀποτορν-εύω,
A round off as by the lathe,

εἰς σφαῖραν -τετορνευμένος Ph.1.505

: metaph. of polished language,

σαφῆ καὶ στρογγύλα . . τὰ ὀνόματα ἀποτετόρνευται Pl.Phdr.234e

(imitated by Plu.2.45a);

κέγχρους Jul.Or.3.112a

; περιόδους ib.2.77a.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αποτορνεύω — ἀποτορνεύω κ. τορνῶ, όω κ. τορεύω (Α) 1. καθιστώ κάτι στρογγυλό, όπως με τον τόρνο, στρογγυλεύω 2. (για λόγο) επεξεργάζομαι με επιμέλεια …   Dictionary of Greek

  • ἀποτορνεύσει — ἀποτορνεύω round off aor subj act 3rd sg (epic) ἀποτορνεύω round off fut ind mid 2nd sg ἀποτορνεύω round off fut ind act 3rd sg ἀ̱ποτορνεύσει , ἀποτορνεύω round off futperf ind mp 2nd sg (doric aeolic) ἀ̱ποτορνεύσει , ἀποτορνεύω round off futperf …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτορνεύει — ἀποτορνεύω round off pres ind mp 2nd sg ἀποτορνεύω round off pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτορνευθῆναι — ἀποτορνεύω round off aor inf pass …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτορνεύειν — ἀποτορνεύω round off pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτορνεύοντες — ἀποτορνεύω round off pres part act masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτορνεύουσα — ἀποτορνεύω round off pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτορνεύσαντες — ἀποτορνεύω round off aor part act masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτορνεύων — ἀποτορνεύω round off pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτορνεύοι — ἀποτορνεύοῑ , ἀποτορνεύω round off pres opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτορνεύσας — ἀποτορνεύσᾱς , ἀποτορνεύω round off aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”